τρακτευτής

τρακτευτής
τρακτ-ευτής, οῦ, ,
A = κλιματάρχης 1, Cod.Just.1.42.1, Just.Nov.30.2, Lyd. Mag. 3.68, PMasp.120.8 (vi A. D.), etc.: hence [suff] τρακτ-ευτικός, ή, όν, Just.Nov. 30.3.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • τρακτευτής — oῦ, ὁ, Μ [τρακτεύω] 1. διοικητής επαρχίας, κλιματάρχης* 2. οικονομικός υπάλληλος, εφοριακός …   Dictionary of Greek

  • τρακτευταῖς — τρακτευτής masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τρακτευταί — τρακτευτής masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τρακτευτοῦ — τρακτευτής masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τρακτευτῇ — τρακτευτής masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τρακτευτήν — τρακτευτής masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τρακτευτῶν — τρακτευτής masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τρακτευτάς — τρακτευτά̱ς , τρακτευτής masc acc pl τρακτευτά̱ς , τρακτευτής masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Византийские логофеты — Основная статья: Логофет Логофеты в Византийской империи (др. греч. οἱ λογοθέται) являлись, по сути, налоговыми агентами, ответственными за сбор налогов и проверку финансовой деятельности различных государственных служб. Они также контролировали… …   Википедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”